Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Ελληνικός μηδενισμός και διανόηση τον 21ο αιώνα...

«Είμαι αποφασισμένος, μόνο που δεν ξέρω για ποιο πράγμα»
Άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα σαν ένα ρεύμα κατά της θρησκείας και της ηθικής του ανθρώπου υπηκόου-σκλάβου (Νίτσε) για να εξελιχθεί στις αρχές του 20ου αιώνα σε ένα κίνημα αναζήτησης νέων μορφών έκφρασης και ιδεών. Ο όρος μηδενισμός ή Νιχιλισμός (από το λατινικό Nihil=μηδέν) πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον ρώσο συγγραφέα Τουργκένιεφ.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, μια μεταβατική περίοδο γενικών ανακατατάξεων και αναζητήσεων, ο μηδενισμός έγινε το κυρίαρχο ρεύμα. Ένα ρεύμα, που όπως έδειξε αργότερα, μπορούσε να οδηγήσει στο πουθενά αλλά και σε οτιδήποτε αλλά σίγουρα όχι στη στασιμότητα. Στο χώρο του πολιτισμού έφερε μια επανάσταση, που οδήγησε σε μια σειρά από λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά κινήματα (Ντανταϊσμό, Φουτουρισμό, Κυβισμό, Κονστρουκτιβισμό, εξπρεσιονισμό, κ.α.).
Στο χώρο των ιδεών, απέρριπτε τις υπάρχουσες ηθικές αξίες και τους κοινωνικο-πολιτικούς θεσμούς, οδηγώντας στη ρωσική επανάσταση, αλλά και στο φασισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό, τις δυο εκφράσεις του απόλυτου εσωτερικού μηδενισμού και της ολοκληρωτικής αναίρεσης της ανθρώπινης υπόστασης μπροστά στο τίποτα.

Την εποχή που γεννιόταν ο μηδενισμός στην Ευρώπη, ο Αγγελος Βλάχος, εκφραστής της ελληνικής διανόησης, έγραφε:«Ευτυχώς δεν έχομεν εμείς τους μηδενιστές της Ρωσίας, ούτε τους σοσιαλιστές της γηραιάς Ευρώπης, διότι δόξα τω Θεώ δεν εγηράσαμεν εισέτι ως έθνος». Η ελληνική διανόηση δεν ήταν τότε σε θέση να ξεφύγει από τον βυζαντινισμό και την κουλτούρα της φουστανέλας, αλλά το χειρότερο, πίστευε πως είναι και πρωτοποριακή. Μέχρι πρόσφατα μάλιστα, μέρος της πίστευε, πως «ο Θεός και ο γαλάζιος ουρανός σώζουν την Ελλάδα» και πως αυτά είναι αρκετά για τη σωτηρία ενός έθνους.

Την ίδια περίπου εποχή με τον Βλάχο, ο κύριος εκφραστής του μηδενισμού ο Νίτσε, έγραφε :«ο ευρωπαϊκός μηδενισμός προτιμά να επιθυμεί το τίποτα παρά να μην επιθυμεί τίποτα». Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται σήμερα η νέα γενιά της dot com και του καναπέ της χώρας μας. Προτιμάει το τίποτα από το να μην επιθυμεί τίποτα. Η λεγόμενη διανόηση, ενσωματωμένη στο υπάρχον κυρίαρχο σύστημα, βολεμένη, χορτασμένη και υπερκαταναλωτική, βρίσκεται σε απόλυτη νιρβάνα. Ανήμπορη να αφουγκραστεί και να δει τι συμβαίνει γύρω της, έχει στερέψει εντελώς από ιδέες.

Εν τω μεταξύ, οι νέοι μας, δίχως πρότυπα και νέες ιδέες, είναι βυθισμένοι σε έναν μηδενισμό που βρίσκει έκφραση στο:««Είμαι αποφασισμένος, μόνο που δεν ξέρω για ποιο πράγμα». Μια φράση, που ψάχνει μορφές έκφρασης για κάτι αλλιώτικο, που δεν έρχεται, ούτε φαίνεται στον μακρινό ορίζοντα. Το ότι κάποια στιγμή θα εκφραστεί και μάλιστα έντονα, δεν το αμφισβητεί κανείς. Το ερώτημα είναι πως και πότε. Μ’ αυτήν την πνευματική γύμνια που μας περικλείει, το πιο πιθανό είναι, ο μηδενισμός να βρει έκφραση σε μια νέα μορφή φασισμού και «ο φασισμός», όπως γράφει ο Λυκιαρδόπουλος,(βλέπε Γ. Λυκιαρδόπουλου : Η Ρωμιοσύνη στον Παράδεισο)
«δεν είναι νιτσεϊκός, ούτε αριστοκρατικός, ούτε αντικαπταλιστικός. Ο φασισμός είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός, στριμωγμένος στο τελευταίο του καταφύγιο-στη στραπατσαρισμένη, κακοποιημένη και διαστρεβλωμένη ψυχή των ίδιων των θυμάτων του».
* Πίνακας: (Juan Gris:άνθρωπος σε Café 1914)

ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης στο press-gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου