Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

H εικονική παραγματικότητα του €

Η επίσημη άποψη για την Ευρωζώνη σήμερα είναι ότι η κρίση τελείωσε: η έντονη, σχεδόν υπαρξιακή ανησυχία για το μέλλον του κοινού νομίσματος που κυριαρχούσε την άνοιξη αντιμετωπίστηκε και τώρα όλα είναι ξανά υπό έλεγχο.

Αλλά αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα γεγονότα. Η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων στέλνει ξανά ανησυχητικά μηνύματα στους σχεδιαστές πολιτικής. Καθώς τα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας συνεχίζουν να χάνουν την αξία τους, ο κίνδυνος μιας στάσης πληρωμών της Ιρλανδίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας βαίνει αυξανόμενος.

Κι όλα αυτά συμβαίνουν παρά την ενεργοποίηση του τριμερούς χρηματοδοτικού μηχανισμού στήριξης προς την Ελλάδα, με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και παρά τα συνεχιζόμενα προγράμματα αγοράς κρατικών ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας από την ΕΚΤ. Οδεύοντας προς την ετήσια συνάντηση του σε λίγες βδομάδες – η οποία θα διεξαχθεί μετά τη συνάντηση κορυφής των 20 πλουσιότερων οικονομιών του κόσμου στη Σεούλ τον Νοέμβριο – το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δέχεται πιέσεις για να χρηματοδοτήσει με ακόμα μεγαλύτερα ποσά και ακόμα λιγότερους όρους τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Στην πραγματικότητα η επίσημη ρητορική έχει σαν βασικό στόχο να πείσει τις αγορές να αγνοήσουν την πραγματικότητα. Ο Πάτρικ Χόνοχαν, διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, αποκάλεσε τα επιτόκια των ιρλανδικών κρατικών ομολόγων ‘γελοία’ (που σημαίνει γελοιωδώς υψηλά) και οι ερευνητές του ΔΝΤ υποστηρίζουν ότι μια στάση πληρωμών της Ιρλανδίας και της Ελλάδας είναι ‘μη αναγκαίες, μη επιθυμητές και μη πιθανές’.

Και αυτό μας παραπέμπει στην περασμένη άνοιξη – όπου ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ απέρριπτε τις επιφυλάξεις των αγορών ομολόγων και δήλωνε ότι η ελληνική στάση πληρωμών είναι αδιανόητη. Αλλά οι αγορές σήμερα θεωρούν ότι υπάρχουν 50% πιθανότητες η Ελλάδα να κηρύξει στάση πληρωμών μέσα στα 5 επόμενα χρόνια – και 25% να κάνει το ίδιο και η Ιρλανδία. Ο λόγος είναι απλός. Και η Ελλάδα και η Ιρλανδία είναι σχεδόν αφερέγγυες.

Οι λεπτομέρειες της ελληνικής δημοσιονομικής απάτης είναι πασίγνωστες, όμως τα προβλήματα της Ιρλανδίας είναι λιγότερο γνωστά, αν και έχουν μεγαλύτερο βάθος. Με δυο λόγια: οι Ιρλανδοί σχεδιαστές πολιτικής δεν κατάφεραν να εποπτεύσουν αποτελεσματικά τον τραπεζικό τους τομέα και παρακολουθούσαν αδρανείς – ή και χειροκροτούσαν – όταν μια κραιπάλη απεριόριστης χορήγησης πιστώσεων οδήγησε στο λεγόμενο ‘Κελτικό Θαύμα’, όπου η Ιρλανδία εμφάνιζε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ και η αγορά ακινήτων του Δουβλίνου γίνονταν μια από τις πιο ακριβές του κόσμου.

Προς τα τέλη του 2008 οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της Ιρλανδίας είχαν δανείσει τρεις φορές το εθνικό εισόδημα της χώρας και πλέον. Το κραχ ήρθε το 2009, με την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων που οδήγησε τις τράπεζες σε αφερεγγυότητα, τα έσοδα του προϋπολογισμού σε κατάρρευση και τη χώρα στο μεγαλύτερο δημόσιο έλλειμμα της Ευρώπης.

Οι ιρλανδικές τράπεζες είχαν χρηματοδοτήσει αυτή την ταχύτατη ανάπτυξη δανειζόμενες από άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, κατά συνέπεια η κατάσταση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος συναρτώνταν με την επιβίωση αυτών των αφερέγγυρων ιρλανδικών τραπεζών. Δεν αποτελεί έκπληξη συνεπώς ότι η ΕΚΤ αποτελεί σήμερα τον μεγαλύτερο πιστωτή της Ιρλανδίας μέσω των προγραμμάτων αγοράς των ιρλανδικών ομολόγων. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (τέλη Αυγούστου), η Ιρλανδία αποτελεί τα δύο τρίτα της Ελλάδας και όμως έχει δεχτεί μεγαλύτερη χρηματοδότηση από αυτήν. Το σύνολο χρηματοδότησης της ΕΚΤ προς την Ιρλανδία ανέρχεται στο 75% του ιρλανδικού ΑΕΠ και συνεχίζει να αυξάνεται.

Ο λόγος που η ΕΚΤ παρέχει εύκολο χρήμα στην Ιρλανδία είναι πως η ιρλανδική κυβέρνηση θα πρέπει να προστατέψει τους Ευρωπαίους πιστωτές που διαφορετικά θα επιβαρυνθούν με μεγάλες ζημιές. Το συνακόλουθο μεγάλο εγχείρημα διάσωσης των ιρλανδικών τραπεζών, τα συνεχιζόμενα δημόσια ελλείμματα της χώρας και το συρρικνούμενο ονομαστικό ΑΕΠ της σημαίνουν ωστόσο ότι το δημόσιο χρέος της Ιρλανδίας διαρκώς μεγαλώνει, ενώ παράλληλα μειώνεται η ικανότητα της χώρας για την αποπληρωμή του.

Οι επενδυτές λοιπόν εύλογα απαντούν σε αυτή τη δημιουργία μη βιώσιμου δημόσιου χρέους πουλώντας ιρλανδικά ομόλογα μέχρι που τα επιτόκια καθίσταται ‘γελοία’. Αυτά τα υψηλά επιτόκια στραγγαλίζουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, οδηγώντας σε περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών της οικονομίας και καθιστώντας το χρέος ακόμη λιγότερο βιώσιμο. Για να τεθεί τέλος σε αυτή την καθοδική σπείρα, θα πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο ο κίνδυνος αφερεγγυότητας της Ιρλανδίας. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει είτε οι ιρλανδικές τράπεζες να κηρύξουν στάση πληρωμών επί των υποχρεώσεών τους είτε η ιρλανδική κυβέρνηση να κηρύξει στάση πληρωμών μαζί με τις τράπεζες. Σε κάθε περίπτωση θα απαιτηθούν επιπλέον μέτρα λιτότητας και η Ιρλανδία θα χρειαστεί σημαντική ενδιάμεση χρηματοδοτική στήριξη.

Η πολιτική τάξη της Ιρλανδίας και της Ευρώπης θα έπρεπε να προχωρήσει στη λήψη αυτών των σκληρών αποφάσεων αλλά δεν το κάνει. Αντ’ αυτού η ΕΕ, η ΕΚΤ και το Δουβλίνο κατέληξαν σε μια φαουστική συμφωνία που διασφαλίζει στην Ιρλανδία ρευστότητα (η χώρα παίρνει ευρώ), αλλά δεν κάνει τίποτα για να ανακόψει την όλο και αυξανόμενη πιθανότητα αφερεγγυότητάς της (την ενίσχυση της αδυναμίας της να αποπληρώσει αυτά τα ευρώ στο μέλλον).

Το ΔΝΤ, που θα έπρεπε να αντιταχθεί σε αυτή την επικίνδυνη συμφωνία, σχεδιάζει αντιθέτως να ανοίξει ακόμη περισσότερο τα ταμεία του (με κεφάλαια της Κίνας, της Αμερικής και άλλων χωρών) στα αφερέγγυα κράτη. Στις 30 Αυγούστου το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κατήργησε τα ανώτατα όρια χρηματοδότησης του λεγόμενου ‘Μηχανισμού Ευέλικτων Πιστώσεων’ για την ταχύτατη παροχή κεφαλαίων σε χώρες που αντιμετωπίζουν προσωρινή κρίση. Επιπλέον, ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός νέου χρηματοδοτικού προγράμματος που αποκαλείται ‘Προληπτικές Πιστώσεις’, το οποίο παρέχει χρηματοδότηση με ακόμα πιο συνοπτικές διαδικασίες και ακόμα πιο λίγους όρους – ακόμα και σε χώρες χωρίς υγιή δημόσια οικονομικά και χωρίς αποτελεσματική οικονομική εποπτεία. Το ΔΝΤ ελπίζει ακόμη στην ίδρυση ενός νέου Μηχανισμού Παγκόσμιας Σταθεροποίησης που θα παρέχει πιστώσεις σε περιφερειακές ομάδες κρατών όπως είναι η ΕΕ.

Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι διευθυντής του ΔΝΤ είναι σήμερα ένας Ευρωπαίος πολιτικός, ο Ντομινίκ Στρος Καν, ούτε ότι στο συμβούλιο διευθυντών του υπεραντιπροσωπεύονται οι Ευρωπαίοι σε σχέση με την οικονομική ισχύ της Ευρώπης. Ούτε ακόμη ότι το Ταμείο σπεύδει να χαλαρώσει τους όρους δανειοδότησης προς την Ευρώπη ακριβώς τη στιγμή που τα κράτη μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν ισχυρά προβλήματα αφερεγγυότητας.

Υπάρχει μια καλύτερη λύση η οποία εφαρμόστηκε στη δεκαετία του 1970, όταν οι εμπορικές τράπεζες των ΗΠΑ είχαν παράσχει πολύ μεγάλα δάνεια στη Λατινική Αμερική. Το δημόσιο χρέος των χωρών αυτών αναδιαρθρώθηκε μέσα από τη δημιουργία των λεγόμενων ομολόγων Μπράντι. Το μυστικό ήταν ότι τα ομόλογα Μπράντι προσέφεραν στις αμερικανικές τράπεζες την ευκαιρία να ανταλλάξουν τις απαιτήσεις τους επί των αφερέγγυων λατινοαμερικανικών χωρών με ομόλογα μακρύτερης διάρκειας και χαμηλού επιτοκίου τα οποία είχαν τις εγγυήσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων. Οι καλές εγγυήσεις σήμαιναν ότι οι τράπεζες μπορούσαν να κρατήσουν αυτά τα ομόλογα στους ισολογισμούς τους, ενώ την ίδια στιγμή η ανταλλαγή περιόριζε τις υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους των αφερέγγυων χωρών επιτρέποντάς τους να σταθούν ξανά στα πόδια τους.

Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να πάρει και η Ευρώπη. Αντί να συνεχίζει να σωρεύει νέα χρέη πάνω σε ήδη επισφαλή χρέη, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΕ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παροχή εγγυήσεων σε τέτοια ομόλογα. Τα ομόλογα αυτά θα μπορούσαν να προσφερθούν στους πιστωτές με δύο τύπους: είτε ως μακροπρόθεσμα ομόλογα χαμηλού επιτοκίου είτε ως βραχυπρόθεσμα ομόλογα με υψηλότερα επιτόκια, αλλά με haircut – μείωση της ονομαστικής τους αξίας. Και θα μπορούσαν να πάρουν ένα ευρωπαϊκό όνομα υπί του οποίου θα υπήρχε συναίνεση: ομόλογα Τρισέ, ή Μέρκελ/Σαρκοζί ή Χόνοχαν.

sofokleous10.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου